• ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΙΕΣΤΗΡΙΟΥ...

  • Αριθμός ταινιών: 22316
  • Αριθμός συν/τών: 759967
  • Πρόγραμμα 300 Κινηματογράφων και 18 τηλεοπτικών σταθμών
Περιεχόμενα

Τετ 25 Ιαν 2012

La Proie

Τετ 28 Δεκ 2011

En Familie - Μια Οικογένεια

Τετ 30 Νοε 2011

Carlos - η τηλεταινία

Τετ 12 Οκτ 2011

Troll Hunter - Κυνηγός Τρολ

Τετ 31 Αυγ 2011

Flores Negras - Μαύρα Λουλούδια

Cineυρωπαϊκόν


Τετ 24 Δεκ 2003

Η διακριτική ειρωνεία του Joao Cesar Monteiro




Κατά τη διάρκεια του τελευταίου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης είχαμε τη σπάνια ευκαιρία να έρθουμε σε επαφή με το –αδικαιολόγητα παραγνωρισμένο- έργο ενός από τους σημαντικότερους πορτογάλους σκηνοθέτες: του Joao Cesar Monteiro (1939-2003). Ο Monteiro υπήρξε ένας κατεξοχήν αιρετικός δημιουργός, που με το έργο του επιχείρησε να τα βάλει με κάθε ιερό και όσιο –δηλαδή με κάθε ανίερο και ανόσιο: τους υποκριτές κληρικούς (αγαπημένο του θέμα), τον απατεώνα θεό (ακόμη πιο αγαπημένο του θέμα), τις ανήλικες παρθένες που κουράστηκαν νά ΄ναι παρθένες (uber alles αγαπημένο του θέμα), και άλλα σκανδαλώδη παρόμοια.

Ο Monteiro δε χειρίζεται τα «ιερά» του θέματα με τρόπο κραυγαλέο και φτηνά σατιρικό. Αντιθέτως, χρησιμοποιεί μια δηκτικότητα υπόγεια, που συνδυάζει την αιχμηρότητα ενός Bunuel με τη φινέτσα ενός Tati. Από αυτό το ακριβό μίγμα προκύπτουν ταινίες-κομψοτεχνήματα, γεμάτες γοητευτικές εικόνες και στοχαστικούς διαλόγους, έμπλεες από λεπτό χιούμορ (που όχι σπάνια μετακυλεί σε χονδροειδή gags) και λυρική διάθεση. Στην πραγματικότητα βέβαια, οι ταινίες του είναι σπαρταριστές κωμωδίες, με τις οποίες κατουριέται κανείς από τα γέλια -με την προϋπόθεση βέβαια να διαθέτει το ανάλογο διαστροφικό χιούμορ.

Αυτοβιογραφικό σημείωμα (1998)

«Λένε ότι γεννήθηκα την 2η Φεβρουαρίου του 1939, στην Figueira da Foz, από μια οικογένεια μεγαλοακτημόνων, η οποία εμφορούνταν από ιδέες αντικληρικές και αντι-Σαλαζαρικές, στο πνεύμα της Πρώτης Δημοκρατίας και πιθανόν με διασυνδέσεις με τους ελευθεροτέκτονες.

Στην ηλικία των 15, με σκοπό να ολοκληρώσω την κάπως περιπετειώδη μέση εκπαίδευση –η οποία ευτυχώς ποτέ δεν ολοκληρώθηκε- μετακόμισα στη Λισσαβόνα, την «Πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας», όπου ο πατέρας ανάλωσε μέχρι τελευταίας δεκάρας το εναπομείναν ελάχιστο χρηματικό ποσό της περιουσίας του. Ο ελεήμων θεός τον πήρε κοντά του μετά μια καρδιακή προσβολή, η οποία ήταν το επακόλουθο μιας γελοίας απόπειρας αυτοκτονίας, όταν μια δίκανη καραμπίνα εκπυρσοκρότησε μέσα στο στόμα του.

Περιπλανήθηκα σε μέρη πολλά και διάφορα και σήμερα ζω εν ειρήνη στη Λισσαβόνα –τα περνάω έτσι κι έτσι-, με μια σύζυγο και ένα γιο στην ηλικία των 5 χρόνων: δύο υπέροχα πλάσματα τα οποία, με τον δικό μου τρόπο, λατρεύω.

Για πολλούς και διάφορους λόγους, ανάμεσα σε άλλα πράγματα, έκανα και ορισμένες ταινίες: Quem Espera Por Sapatos De Defunto Morre Descalco (1971), Veredas (1977), Silvestre (1981), A Flor Do Mar (1986), Recordarcoes Da Casa Amarela (1989), O Ultimo Mergulho (1992), A Comedia De Deus (1995), Le Bassin De J.W. (1997), As Bodas De Deus (1998).
»

Ο Monteiro πέθανε το Φεβρουάριο του 2003 από καρκίνο. Προηγουμένως πρόλαβε να ολοκληρώσει και την τελευταία ταινία του, το «Vai e Vem»

A Comedia De Deus

Αντί να κάνουμε μια γενικόλογη παρουσίαση της εργογραφίας του Monteiro, επιτρέψτε μας να σταθούμε στη σημαντικότερη ίσως δημιουργία του, την «Κωμωδία του Θεού», η οποία συνοψίζει θαυμαστά την πεμπτουσία του "monterisme” (όπως αποκαλείται η τεχνοτροπία του Monteiro). Η ταινία γυρίστηκε το 1995 και είναι το δεύτερο μέρος μιας τριλογίας (μαζί με τις «Αναμνήσεις από το κίτρινο σπίτι» και τους «Γάμους του Θεού»), στην οποία πρωταγωνιστεί ο ίδιος ο Monteiro, ενσαρκώνοντας το ρόλο του «Joao de Deus» (Ιωάννη του θεού), ενός αλλόκοτου τύπου, πανηδονιστή και υποχονδριακού, ο οποίος παρατηρεί τα φαινόμενα με την οξύνοια ενός Πάλομαρ, αλλά και ξιφουλκεί εναντίον τους με την υπεροψία ενός Δον Κιχώτη -βγαίνοντας συνήθως ηττημένος.

Η υπόθεση

Ο Ιωάννης του θεού είναι ιδιοκτήτης ενός «γκουρμέ» παγωτατζίδικου. Εστέτ φύσει και θέσει, δημιουργεί παγωτά σπάνιας γεύσης και εξεζητημένης ονοματολογίας, τα οποία και προσφέρει στους πελάτες του με τη σοβαρότητα που αρμόζει σε κάποιον που επιτελεί θεϊκό έργο (ο Ιωάννης είναι ένας «ιεραπόστολος της γεύσης» -εκπολιτίζει τους γευστικά βάρβαρους πελάτες του). Στον ελεύθερο χρόνο του συγγράφει το «Βιβλίο των σκέψεων»: ένα άλμπουμ όπου συγκεντρώνει τρίχες από τα αιδοία των ερωμένων του.

Μια μέρα τον επισκέπτεται στο παγωτατζίδικο η κόρη του χασάπη -μια ευειδέστατη λολίτα. Ο Ιωάννης την αποπλανεί με τα παγωτά του και αργότερα τη φέρνει στο σπίτι του, όπου την αποπλανεί και με άλλους τρόπους. Μεταξύ αυτών, την πλένει με αγελαδινό γάλα, το οποίο εν συνεχεία χρησιμοποιεί για να παρασκευάσει το νέο του παγωτό.

Όταν ο χασάπης μαθαίνει για τις διακορευτικές επιδόσεις του Ιωάννη, σπεύδει να του δώσει ένα χέρι –και τι χέρι!- ξύλο, στέλνοντάς τον στο νοσοκομείο. Σα να μην έφτανε αυτό, ο Ιωάννης χάνει και την κυριότητα του παγωτατζίδικού του, το οποίο πλέον παρασκευάζει μοναχά τυποποιημένες γεύσεις, που σε τίποτα δε θα θυμίζουν τις θεόπνευστες δημιουργίες του Ιωάννη του Θεού...

Τι θέλει να πει ο ποιητής;

Η ταινία είναι μια αναρχική φάρσα και, ως τέτοια, δε θα μπορούσε να μας προσφέρει κάποιο μήνυμα ή, ακόμη περισσότερο, κάποιο δίδαγμα. (Αντιθέτως, μας προσφέρει ένα σωρό συνταγές για παγωτά, καθώς επίσης και προτάσεις για να κάνουμε το σεξ μας πιο γκουρμέ, πχ νοστιμεύοντάς το με ωμά αυγά).

Βέβαια, ίσως να υποστήριζε κάποιος ότι ο Monteiro με την ταινία αυτή κάνει ένα σχόλιο πάνω στην ηδονή και τις καταστροφικές της συνέπειες. Όποιος υποκύπτει στις –ανθρώπινες, πολύ ανθρώπινες- απολαύσεις του κόσμου αυτού τελικά τιμωρείται: αυτή θα ήταν μια χριστιανική ερμηνεία.

Αλλά αυτήν ακριβώς την ερμηνεία υπονομεύει ο Monteiro! Η ταινία του είναι κατουσίαν ένας ύμνος στις απολαύσεις –γαστριμαργικές, σεξουαλικές, διανοητικές. Ο Ιωάννης του θεού είναι ένας άνθρωπος έκδοτος στις ηδονές του και δεν ντρέπεται γι΄ αυτό, αντιθέτως είναι έτοιμος να υποστεί τις συνέπειες των καταχρήσεών του. Σαν γνήσιος πανηδονιστής λοιπόν, συνδυάζει το παιδοφιλικό του πάθος με το φετίχ του για τις τρίχες από ώριμα αιδοία, την αγάπη του για τον Strauss (Richard) με τη διαστροφή του για τον Wagner (μόνον ένας διεστραμμένος μπορεί να απολαύσει τον Wagner), το πάθος του για το παγωτό κρέμα με τη λαχτάρα του για μια ζουμερή συκωταριά.

Γενικά, συνθέτει ένα όλον από πάθη, το οποίο τελικά καταρρέει από το ίδιο του το βάρος. Αυτή η κατάρρευση όμως είναι ηρωική, όπως η Τρίτη του Beethoven –την οποία τόσο λατρεύει ο Ιωάννης...

Αισθητική αποτίμηση της ταινίας

Η ταινία αποτελεί πραγματικό χάρμα οφθαλμών. Ένα καλλιτεχνικό επίτευγμα ύψιστης αξίας. Η φωτογραφία αναδεικνύει μαγικά τα μεσογειακά χρώματα της ταινίας και η λιτή σκηνοθεσία, σχεδόν αγγελοπουλικής τεχνοτροπίας (ο Monteiro αρέσκεται στα μεγάλης διάρκειας μονοπλάνα), αντί να κουράζει, ξεκουράζει τον θεατή.

Για παράδειγμα, παρακολουθούμε σε μια σκηνή τον Monteiro να μαθαίνει κολύμβηση σε μια υπάλληλό του, πάνω σε ένα τραπέζι (!), ενώ ταυτόχρονα ακούμε μια άρια του Wagner. Επί κανά δεκάλεπτο βλέπουμε τους δύο ηθοποιούς να στήνουν μια ιδιότυπη χορογραφία, δημιουργώντας έτσι ένα χαλαρωτικό ιντερλούδιο ανάμεσα στα επεισόδια της ταινίας.

Η μουσική παίζει βασικό ρόλο στην ταινία και, σε αντίθεση με ό, τι συμβαίνει συνήθως με την καλή κινηματογραφική μουσική, αυτή δεν καλύπτει τις αδυναμίες της ταινίας, αλλά αντιθέτως εντάσσεται οργανικά σε αυτή. Ο Monteiro δεν κρύβει την αγάπη του για τους κλασικούς (Haydn), αλλά και τους προκλασικούς (Monteverdi). Το μεγάλο του πάθος βέβαια παραμένουν οι ρομαντικοί, μεταξύ δε αυτών ξεχωρίζει τον Wagner. (Αλλά ουδείς τέλειος...).

Συμπέρασμα

Εδώ καλά καλά δεν υπάρχει θεός, θα υπάρχει συμπέρασμα;

Εναλλακτικό συμπέρασμα

Εδώ καλά καλά δεν υπάρχουν Χριστούγεννα, θα υπάρχουν άσχημα Χριστούγεννα; Καλές γιορτές!


 
 
Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια. Στείλτε το πρώτο!

Αυτή τη στιγμή δεν είστε συνδεδεμένος. Συνδεθείτε ή κάντε εγγραφή για να σχολιάσετε.