Πιασε το Φτυαρι
Τρί 09 Σεπ 2008

Δύο είναι τα χειρότερα πράγματα που μπορείς να κάνεις σε ένα σινεφίλ φίλε αναγνώστη. Το πρώτο είναι να του ανακοινώσεις πως ο
Σαρλάς το γύρισε και στο εξής θα κάνει μόνο αφιερώματα στον
Antonioni και το δεύτερο είναι να τον ρωτήσεις για το ποια είναι η καλύτερη και ποια η χειρότερη ταινία που έχει δει. Όσο φρικιαστικό και να είναι το πρώτο, το δεύτερο παραμένει εξίσου δύσκολο. Πως μπορείς να διαλέξεις καλύτερη ταινία ανάμεσα στον
Πολίτη Κέην, τον
Νονό και την
μεγάλη των μπάτσων σχολή στο Μαϊάμι ; Αδύνατον… Μετά την θέαση της
Ψυχραιμίας του
Περάκη όμως, δεν θα μπορούσα να πω ότι έχω την ίδια δυσκολία και για την δεύτερη κατηγορία…

Ήταν μεσημέρι Αυγούστου. Πρέπει να είχε 85 βαθμούς κελσίου υπό σκιά, αλλά εγώ και η ξαδέρφη μου δεν πτοηθήκαμε. Μέχρι να αρχίσει το
Χτυποκάρδια στο Μπέβερλυ Χιλς, έπρεπε κάπως να περάσει το μεσημέρι. Έτσι κατευθυνθήκαμε προς το κοντινότερο video club, της μικρής επαρχιακής πόλης που παραθερίζαμε. Εκεί οι επιλογές αμέτρητες: ανάμεσα στις φετινές υπερπαραγωγές, τις ταινίες του
Adam Sandler και της
Sandra Bullock, το μάτι μας έπεσε σε μια ευειδή δεσποινίδα να βγαίνει από μια πισίνα. Και ναι, αναφέρομαι στην
Τζούλια Αλεξανδράτου. Η αλήθεια είναι ότι εκτός από τα εξώφυλλα των
Nitro,
Esquire,
Down Town,
Κυνηγεσία και Κυνοφιλία,
Ψάρεμα και Ψαροντούφεκο,
Sporty,
Παιδί και νέοι γονείς,
PC Magazine και
Προς τη νίκη, δεν την έχω δει πουθενά αλλού (το τελευταίο εικοσιτετράωρο τουλάχιστον). Μετά παρατήρησα πως η ταινία είναι και του
Περάκη και παίζει και ο
Τσιμιτσέλης, που όταν δεν χαμογελάει σε εξώφυλλα, λέγεται πως είναι και καλός ηθοποιός. Εκεί κάπου στον
Γιάννης Τσιμιτσέλη η ξαδέρφη λύγισε και η ταινία ενοικιάσθηκε…

Γυρίσαμε, φτιάξαμε φραπέδες (ο θεός υπάρχει – ναι) και καθίσαμε να την δούμε. Τελικά όπως αποδείχθηκε το να πατήσουμε το play στο dvd πρέπει να ήταν τόσο λάθος κίνηση, που ούτε πρωταγωνιστής που πεθαίνει σε teen movie με δολοφόνο με issues, δεν θα την έκανε. Η ιστορία; «
Ένα 24ωρο από τη ζωή μερικών νέων ανθρώπων που προσπαθούν να ξεφύγουν από τα προβλήματά τους. Οι ιστορίες τους συχνά διασταυρώνονται ενώ μέσα από κωμικοτραγικές καταστάσεις προσπαθούν να βρουν μια ισορροπία. Όταν ξημερώσει τίποτα δεν θα είναι πια ίδιο.» κατά το cine.gr και αυτός που το έγραψε έτσι πρέπει να είχε ΠΟΛΥ χιούμορ, η ένα δελτίο τύπου ανά χείρας. Η αλήθεια; Όμορφοι και όμορφες περπατούν τριγύρω από την κάμερα και κάνουν πράγματα που ούτε μας απασχολούν, ούτε θα μπορούσαν να μας κεντρίσουν το ενδιαφέρον, ακόμα και αν ο
Τσιμιτσέλης έβγαινε από την οθόνη σαν την Samara και με έπιανε από τον λαιμό. Ή μας έκλεβε τα ζάρια, γιατί εκεί γύρω στο εικοσάλεπτο η ξαδέρφη μου έριξε την ιδέα να παίξουμε τάβλι, ιδέα που φάνταζε εξαιρετική αν αναλογιστεί κάποιος το τι βλέπαμε. Το
Ψυχραιμία μοιάζει προχειροφτιαγμένο, κάκιστο και «λίγο», ακόμα και για τα δεδομένα του φτωχού μας εγχώριου κινηματογράφου. Σε ψήνει να προσπαθήσεις να καταλάβεις πως θα συνδέονται όλοι οι χαρακτήρες της ταινίας, αλλά οι επί μέρους πλοκές είναι τόσο ανούσιες, όσο το να ζητάς να κάνει το σήμα του Ριβάλντο στο περσινό ντέρμπυ με τον Ολυμπιακό στο ΟΑΚΑ, ο
E.T.. Mέχρι να τελειώσει η ταινία, είχαμε παίξει πέντε παρτίδες (έχασα παρεμπιπτόντως), είχαμε φτιάξει και άλλο καφέ, είχαμε μιλήσει στο κινητό, είχα ξεπαρκάρει γιατί εμπόδιζα, και όλα αυτά χωρίς να πατήσουμε ποτέ μα ποτέ το pause. Είχα διαβάσει κάπου πως ο αρχικός τίτλος της ταινίας ήταν «
Ψυχραιμία, παιδιά». Και κάπου εδώ αναρωτιέμαι γιατί να μην είναι «
Ψυχραιμία, τελειώνει».

Εκατόν τέσσερα λεπτά αργότερα, και έχοντας δει ελάχιστη
Τζούλια, αρκετή
Ευγενία Θεωνά (ο θεός εξακολουθεί να υπάρχει) και πολύ
Τσιμιτσέλη (η ξαδέρφη προθυμοποιήθηκε να πληρώσει το σύνολο του αντιτίμου για την ταινία, καθώς εγώ ωρυόμουν πως δεν θα έδινα ούτε δέκα λεπτά από τον χρόνο μου για να πληρώσω), η ταινία τελείωσε και βγήκε από το dvd άρον, άρον. Εκεί κάπου κάναμε μια μυστικιστική τελετή και ορκιστήκαμε πως δεν θα παραδεχθούμε ποτέ, πουθενά και σε κανένα ότι όντως, αντέξαμε και είδαμε ολόκληρη την
Ψυχραιμία. Εκ των υστέρων θεωρώ πιο λογικό να κάτσει κάποιος να παρατηρεί τον ασβέστη να στεγνώνει, να χτίζει παλάτια από άμμο εκεί που σκάει το κύμα ή να συνεχίζει να παίζει τάβλι, με πιασμένη την «μάνα», παρά να δει την
Ψυχραιμία. Δεν ξέρω αν είναι η χειρότερη ταινία που έχω δει, αλλά είναι σίγουρα στις χειρότερες.
Παρ’ όλα αυτά παραμένει καλύτερη από το να έγραφε ο
Σαρλάς για
Antonioni.
ΥΓ : Αφιερωμένο στην ξαδέρφη μου και στην ανδρεία που επέδειξε.